Τετάρτη 29 Αυγούστου 2018

Βαγγέλης Παπάζογλου.'' Όταν νυχτώνει τα πουλιά δεν κελαιδούν''



Ο Βαγγέλης Παπάζογλου υπήρξε σημαντικός συνθέτης του ρεμπέτικου τραγουδιού. Γεννήθηκε το 1896 στο Ντουρμπαλί της Σμύρνης. Τα πρώτα του παιδικά χρόνια τα περνάει περιπλανώμενος με τον πατέρα που εργαζόταν στους σιδηροδρόμους, ενώ αργότερα τον βοηθά στη δουλειά ως κοτσαδόρος, το γεγονός αυτό δεν τον βοήθησε να τελειώσει όλες τις τάξεις του δημοτικού σχολείου. Εν το μεταξύ αρχίζει να μαθαίνει μαντολίνο, κιθάρα, βιολί, πάντζο και μεγαλώνοντας εντάσσεται στην Σμυρναίικη Εστουδιαντίνα του Σιδερή, γνωστής ως «Πολιτάκια».
Το δραστήριο και ανένταχτο πνεύμα που διακατείχε τον Παπάζογλου τον οδήγησε σε δύσκολα μονοπάτια σχετικά με την επιβίωσή του. Αλλάζει το όνομά του αυθαίρετα χωρίς χαρτιά εγκαταλείποντας το όνομα του πατέρα του (Καλλίνικος) και υιοθετώντας το
όνομα Παπάζογλου που ήταν το ψευδώνυμο του παππού του. Προφανώς ο Παπάζογλου με αυτό τον τρόπο ήθελε να θολώνει τα νερά των τούρκικων αρχών και να μην υπάρχει στα κατάστιχα τους. H ''πλαστογραφία'' όμως δεν σταματάει εδώ. Στην συνέχεια ο Παπάζογλου για να μην υπηρετήσει στον τουρκικό στρατό πήρε τα χαρτιά του ξαδέλφου του Θεόφιλου Γεροντιδάκη, που είχε πεθάνει νέος. Όλα τα παραπάνω φανερώνουν ένα αρκετά συνειδητοποιημένο άτομο που δεν ήθελε να δίνει λογαριασμό στις τοπικές αρχές. Παρόλα αυτά το πολεμικό ρεύμα της εποχής παρέσυρε και τον ιδεολόγο Παπάζογλου που κατατάχθηκε ως εθελοντής στον ελληνικό στρατό συμμετέχοντας στη Μικρασιατική εκστρατεία και τελικά, έρχεται ως πρόσφυγας στην Ελλάδα το 1922 μετά την καταστροφή της Σμύρνης. Στην συνέχεια εργάζεται ως μουσικός στην Αθήνα και το 1924 ανοίγει δικό του καφενείο-ουζερί στην Κοκκινια. Η μετεγκατάστασή του στην Αθήνα τον φέρνει αναπόφευκτα σε επαφή με παλιούς συναδέλφους του.

Μπαίνει στην δισκογραφία το 1933 και μέχρι το 1937 περνάει 23 κομμάτια, όπου η δημιουργία σταματάει με την Μεταξική λογοκρισία. Μόνο ένα κομμάτι με τίτλο ''Μη λες το μυστικό σου'' με τον Κώστα Ρούκουνα εμφανίζει το όνομά του στα τέλη 1938 . Ο Παπάζογλου αρνείται να συμμορφωθεί στην λογοκρισία δηλώνοντας ότι δεν δέχεται να κρίνουν τα τραγούδια του ''αμόρφωτοι άνθρωποι'' και αποφασίζει να αποσυρθεί από την δισκογραφία παίζοντας σε γάμους και διάφορες εκδηλώσεις ενώ γράφει πολλά τραγούδια που τα χαρίζει σε διάφορους καλλιτέχνες της εποχής.
 Το έντονο συναίσθημα της ελευθερίας που τον διακατείχε λειτούργησε και την περίοδο της γερμανικής κατοχής. Το 1941 με την είσοδο των γερμανών στην Αθήνα ο Παπάζογλου σταματάει να παίζει στα πάλκα μη θέλοντας να παίζει μπροστά σε ''φχαριστημένους και μαυραγορίτες'', ''όταν νυχτώνει τα πουλιά δεν κελαιδούν'' έλεγε. Κάποιοι καλλιτέχνες του ρεμπέτικου αναφέρουν ότι στην κατοχή δεν πέρασαν και τόσο δύσκολα γιατί ακολούθησαν διαφορετικό δρόμο από αυτόν του Παπάζογλου παίζοντας σε γερμανούς και μαυραγορίτες και κάνοντας ''μαύρο εμπόριο''. Ο Μάρκος Βαμαβακάρης στην αυτοβιογραφία του κάνει εκτενή αναφορά για την περίοδο της κατοχής.
 Από το 1941 έως το 1943 αποφασίζει να γίνει παλιατζής, γεγονός που του στοίχισε την ίδια του την ζωή όπου στις 27 Ιούνη 1943 πεθαίνει πεινασμένος από φυματίωση. Σε αυτά τα δύο τελευταία του χρόνια συνεχίζει να γράφει τραγούδια και να τα χαρίζει σε γνωστούς καλλιτέχνες όπου με την σειρά τους τα παρουσίαζαν σαν δικά τους τραγούδια. Ενδεικτικά ο Γρηγόρης Ασίκης, συνάδελφος του Παπαζόγλου, αναφέρει ότι ακόμα και λίγο πριν πεθάνει ο Παπάζογλου μοίραζε τα τραγούδια του σε ένα καφενείο, στέκι μουσικών, στην οδό Αθηνάς.
Το έργο του Παπάζογλου περιλαμβάνει μόλις 24 τραγούδια: Αγιοθοδωρίτισσα, Άν ήμουν άντρας, Βάλε με στην αγκαλιά σου, Ζουρλοπαινεμένης γέννα, Η Βολιώτισσα, Η μπαμπέσα, Η φωνή του αργιλέ, Θα στο λύσω, Καλόγρια, Μαρίκα χασικλού, Μου φαίνεται, Να μη λες το μυστικό σου, Ντερβίσαινα, Ο λαθρέμπορας, Ο αργιλές, Ο Νικοκλάκιας, Ο ξεμάγκας, Ο παπατζής, Οι λαχανάδες, Σαν εγύριζ' απ' την Πύλο, Σαν φουμάρω τσιγαρλίκι, Στρι' ρε κουτσαβάκι, Της το βγάλανε, Το παιδί του δρόμου.  Παρόλα αυτά σίγουρα ο αριθμός αυτός  μπορεί να εκτοξευτεί καθώς πολλοί καλλιτέχνες σφετερίστηκαν τραγούδια του Παπάζογλου παρουσιάζοντας τα σαν δικές τους δημιουργίες.
Ο Παπάζογλου έζησε σε εποχές αρκετά δύσκολες όπου οι συνειδησιακές επιλογές κάθε ατόμου και η συνεχείς πίστη σε αυτές μπορούσαν να σταθούν μοιραίες για την ζωή. Το ψευδώνυμο ''αγγούρι'' το απέκτησε από την πίστη του στις αρχές που είχε. Εκτός από σπουδαίος μουσικός του λαϊκού τραγουδιού θα μείνει στην ιστορία σαν ένας ασυμβίβαστος άνθρωπος που οι συνειδησιακές επιλογές του στέρησαν ακόμα και την ίδια του τη ζωή.



Γλέντι στον Σκαραμαγκά. Στην μέση με το Σαντούρι ο Βαγγέλης Παπάζογλου.



                                          





Πηγές: http:
//www.klika.gr/cms/index.php/ar8rografia/vivlia/286-vivlia-papazoglou.html

http://rebetiko.sealabs.net/wiki/mediawiki/index.php/%CE%92%CE%B1%CE%B3%CE%B3%CE%AD%CE%BB%CE%B7%CF%82_%CE%A0%CE%B1%CF%80%CE%AC%CE%B6%CE%BF%CE%B3%CE%BB%CE%BF%CF%85

Γιώργης Παπάζογλου "Ονείρατα της άκαυτης και της καμμένης Σμύρνης - Αγγέλα Παπάζογλου - Τα χαΐρια μας εδώ"





4 σχόλια:

  1. ακουσα σε μια εκπομπη την εξης ιστορια για τον παπαζογλου. στην κατοχη εγινε παλιατζης για να μην τραγουδαει για τους μαυραγοριτες. ενα μεσημερι, φορτωμενος το τσυβαλι του περασε μπροστα απο ενα καφενειο, οπου βρισκονταν αρκετοι καλλιτεχνες , αναμεσα τους κι ο αττικ. μολις ο αττικ ειδε τον παπαζογλου να περναει φωναξε. ''παιδια , ορθιοι, περναει ο παπαζογλου''

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Θα μπορούσε να είχε συμβεί! Συνειδητοποιημένος καλλιτέχνης και άνθρωπος όπως επίσης και ο Αττίκ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή