Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016

Καλαμάτα, 24 Σεπτέμβρη 1991

Μια απελπιστικά αδέσποτη και ορφανή εξέγερση


Μια άγνωστη πτυχή στην σύγχρονη ιστορία των εξεγέρσεων και των συγκρούσεων στον ελλαδικό χώρο αλλά και στην ιστορία της Καλαμάτας, είναι η εξέγερση της 24ης Σεπτεμβρίου 1991. Αφορμή στάθηκε ο θάνατος του 18χρονου Δημήτρη Λαγωνικάκου ύστερα από καταδίωξη από περιπολικό. Είναι ενδεικτικό ότι στον διαδικτυακό χώρο, παρά την πληθωρική προσφορά οποιασδήποτε πληροφορίας, το συγκεκριμένο γεγονός απουσιάζει. Το καταχώνιασμα της συγκεκριμένης εξέγερσης, παρά την σφοδρότητα και την σημασία της, έγκειται στο γεγονός ότι δεν μπόρεσε να πατροναριστεί από κανένα πολιτικό χώρο. Πολλά είναι τα παραδείγματα των πρακτικών ξενιστή από διάφορους πολιτικούς χώρους και δη της αριστεράς (από Πολυτεχνείο ’73 έως Δεκέμβρη ’08). Ο λόγος της λησμονιάς μπορεί να αναζητηθεί στο γεγονός ότι στην συγκεκριμένη εξέγερση απουσίαζαν τα αιτήματα, ο πολιτικός σχεδιασμός, η καθοδήγηση και κυριαρχούσε ο οργισμένος αυθορμητισμός απέναντι στην αστυνομία. Ο στόχος ήταν ένας και καθαρός, η καταστροφή του αστυνομικού τμήματος οι ένοικοι του οποίου ήταν υπεύθυνοι για το θάνατο του 18χρονου Δημήτρη Λαγωνικάκου. Οπότε η συγκεκριμένη εξέγερση απέκλεισε εξ αρχής οποιαδήποτε πολιτική παρείσφρηση και κατέληξε στην ιστορία ορφανή, αδέσποτη και ωραία…

Επίσης, πρέπει να αναφερθεί ότι η συγκεκριμένη εξέγερση δεν ήρθε ουρανοκατέβατη. Τα γεγονότα της Καλαμάτας ήταν «εναρμονισμένα» με το συγκρουσιακό κλίμα της εποχής και αυτό μπορεί να φανεί από τα γεγονότα που προηγήθηκαν αλλά και από αυτά που ακολούθησαν. Η περίοδος ’90-’91 χαρακτηρίζεται από τις μαθητικές καταλήψεις, που ξεπερνούσαν το 70% του συνόλου των σχολικών μονάδων δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Οι μαθητές εναντιώνονταν στο αντιδραστικό νομοσχέδιο Κοντογιαννόπουλου που προέβλεπε την κατάργηση των δικαιολογημένων απουσιών, την επιβολή ομοιόμορφης «ποδιάς», του ελέγχου στην καθημερινή εξωσχολική ζωή των μαθητών, την κατάργηση των σχολικών εκδρομών και την θέσπιση εξετάσεων από το γυμνάσιο στο λύκειο χωρίς τη δυνατότητα επανεξέτασης.

Οι σχολικές καταλήψεις στον ελλαδικό χώρο και οι συγκρούσεις στους δρόμους της Αθήνας συνεχίστηκαν και στην έναρξη της σχολικής χρονιάς του ’91. Οι συγκεκριμένες καταλήψεις στιγματίστηκαν από την δολοφονία του αλληλέγγυου καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα στις 9 Ιανουαρίου το 1991, που ξεσήκωσε κύμα διαδηλώσεων και σκληρών συγκρούσεων στους δρόμους. Στη γειτονική πόλη της Πάτρας αμέσως ξεσπούν άγριες συγκρούσεις με εμπρησμούς ενός περιπολικού, μιας αστυνομικής κλούβας και της καταστροφής του αυτοκινήτου του νομάρχη. Η πόλη για επτά ώρες φλέγεται. Διαδηλώσεις και συγκρούσεις συμβαίνουν σε όλη την χώρα και ειδικότερα στην Αθήνα.

Χαρακτηριστικά είναι τα γεγονότα του Οκτώβρη του ’91 –λίγες μέρες μετά τα γεγονότα της Καλαμάτας– με συγκρούσεις μαθητών με την αστυνομία και την εισβολή των δυνάμεων καταστολής στο Πολυτεχνείο, με αποτέλεσμα την σύλληψη δεκάδων ατόμων. Οι συγκρούσεις του Οκτώβρη ήταν σφοδρότατες με εμπρησμούς αστυνομικών μηχανών, ενός λεωφορείου της αστυνομίας και αυτοκινήτων τηλεοπτικών συνεργείων.

Το χρονικό της καταδίωξης

Στις 19 Σεπτέμβρη ο 18χρονος Δημήτρης Λαγωνικάκος παρέα με φίλους του κατευθύνονταν στην πόλη της Μεσσήνης, όπου λάμβανε χώρα το καθιερωμένο πανηγύρι. Στο ύψος του αεροδρομίου ο Δημήτρης δεν σταματάει σε σήμα της τροχαίας και καταδιώκεται σε παράπλευρη ερημική περιοχή. Οι φίλοι του Δημήτρη τον χάνουν από τα μάτια τους και ύστερα από αρκετή ώρα το περιπολικό που τον καταδίωκε τον μεταφέρει στο νοσοκομείο. Οι γιατροί που τον εξέτασαν διαπίστωσαν εκδορά και αιμάτωμα στην αριστερή βρεγματική περιοχή, πολλαπλές εκδορές και θλαστικά τραύματα στις κνήμες, στα γόνατα, στους αγκώνες και στην αριστερή ωμοπλάτη. Ο Δημήτρης δεν δέχεται να κάνει ακτινογραφίες και φεύγει με δική του ευθύνη χωρίς να υπογράψει το σχετικό έγγραφο και χωρίς να παραλάβει την συνταγή του γιατρού. Σημαντικό ρόλο στην συγκεκριμένη απόφαση έπαιξε, η τρομοκράτηση και ο ξυλοδαρμός που δέχτηκε από τους διώκτες του, καθώς το μηχανάκι που οδηγούσε, σύμφωνα με την αστυνομία, ήταν κλεμμένο. Βέβαια, ο ισχυρισμός της αστυνομίας φαίνεται πως μπάζει, καθώς δεν προέβη σε σύλληψή του, παρά τον άφησε να φύγει από το νοσοκομείο. Επίσης, το μηχανάκι ήταν αφημένο στον τόπο της πτώσης για τρεις μέρες μέχρι να μαζευτεί από την αστυνομία.

Πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι το θέμα για το εάν το μηχανάκι ήταν ή όχι κλεμμένο δεν μας απασχολεί, όπως δεν απασχόλησε και κανέναν τότε (εκτός από τους αστυνομικούς και λοιπούς που έψαχναν να δικαιολογήσουν την αστυνομία). Ο όρος «παραβατικότητα», εκτός του ότι είναι κρατική επινόηση για την ομαλή λειτουργία του κράτους, είναι και διάτρητος εξυπηρετώντας έτσι το κράτος ώστε να τον προσαρμόζει και να τον χρεώνει αναλόγως.

Λίγες ώρες μετά ο Δημήτρης εισάγεται για δεύτερη φορά στο νοσοκομείο με έντονες ζαλάδες. Στην ακτινογραφία που κάνει δεν διαπιστώνεται κάποιο αιμάτωμα, παρ’ όλα αυτά υποβάλλεται σε τρυπανισμό και μεταφέρεται στο νοσοκομείο της Πάτρας, όπου τέσσερις μέρες μετά πεθαίνει από εγκεφαλική εσωτερική αιμορραγία.

Οι γονείς και η πλειοψηφία της πόλης θεωρούν την αστυνομία υπεύθυνη για τον θάνατο του Δημήτρη. Η αστυνομία από την μεριά της υποστηρίζει ότι το περιπολικό που τον καταδίωξε τον βρήκε ήδη πεσμένο και χτυπημένο στο χωματόδρομο και γι’ αυτό τον λόγο τον μετέφερε η ίδια στο νοσοκομείο.

Τα επεισόδια μετά την κηδεία

Την Τρίτη 24 Σεπτέμβρη ο Δημήτρης κηδεύεται συνοδευόμενος από πλήθος κόσμου, συγγενών, φίλων καθώς και ανθρώπων που ήθελαν να εκφράσουν έτσι την αλληλεγγύη τους. Μετά το τέλος της κηδείας δεκάδες μηχανές περνώντας από κεντρικούς δρόμους της πόλης κατευθύνθηκαν στο αστυνομικό τμήμα. Οι συγκεντρωμένοι έστησαν οδοφράγματα με αναμμένους κάδους με σκοπό να αποκλειστεί η περιοχή γύρω από το αστυνομικό τμήμα. Ο συγκεντρωμένος κόσμος άρχισε να βρίζει τους αστυνομικούς για τον θάνατο του Δημήτρη και να εκτοξεύει εναντίον τους ό,τι αντικείμενα έβρισκε. Από ντομάτες και μήλα, μέχρι ξύλα και πέτρες. Καθώς η ώρα περνούσε ο συγκεντρωμένος κόσμος αυξανόταν, όπως και η συχνότητα και ο τρόπος των επιθέσεων. Εκείνο το βράδυ πάνω από 2.000 άτομα είχαν κατεβεί στην κεντρική πλατεία για να εκφράσουν έτσι την διαμαρτυρία τους για τον θάνατο του Δημήτρη. Ο κόσμος που ήταν συγκεντρωμένος δεν απέτρεψε τις επιθέσεις που γίνονταν και λειτούργησε βοηθητικά. Ο αστυνομικός διευθυντής Μεσσηνίας Χρ. Κόκκοτας εμφανίζεται με ντουντούκα καλώντας τους συγκεντρωμένους να διαλυθούν. Οι συγκεντρωμένοι δεν διαλύονται και στις 10 το βράδυ πέφτουν οι πρώτες μολότοφ που είχαν ως αποτέλεσμα να κάψουν την είσοδο του αστυνομικού τμήματος. Κάποιοι φλεγόμενοι κάδοι σπρώχτηκαν προς την είσοδο του τμήματος με σκοπό τον αποκλεισμό της. Μερικοί από τους συγκεντρωμένους ανέβηκαν σε γειτονικές ταράτσες πολυκατοικιών και από εκεί εκτόξευαν μπουκάλια και πέτρες προς τους αστυνομικούς, οι οποίοι λόγω της σφοδρότητας των επιθέσεων, καθώς και του αποκλεισμού της μπροστινής εισόδου, είχαν εγκλωβιστεί στο πίσω μέρος του αστυνομικού τμήματος. Ανοίχτηκε παρακείμενη αποθήκη ποτοποιίας όπου ο κόσμος εφοδιάστηκε με μπουκάλια, που τα χρησιμοποιούσε για την κατασκευή μολότοφ ή για να τα εκτοξεύει όπως ήταν στους αστυνομικούς.

Αργά το βράδυ κατέφθασαν αστυνομικές ενισχύσεις από Πύργο, Σπάρτη και Τρίπολη μαζί με τον αστυνομικό διευθυντή Πελοποννήσου και αποφασίστηκε ρίψη χημικών. Οι μάχες δεν περιορίστηκαν μόνο γύρω από το αστυνομικό τμήμα αλλά επεκτάθηκαν και στους δρόμους πέριξ της κεντρικής πλατείας. Το διπλανό κτίριο της νομαρχίας είχε επίσης περικυκλωθεί από συγκεντρωμένους. Δεν έλειψαν και οι μάχες σώμα με σώμα όπου πολλοί αστυνομικοί ξυλοκοπήθηκαν στα στενά γύρω από την κεντρική πλατεία. Η πολιορκία του αστυνομικού τμήματος και οι μάχες πέριξ της πλατείας κράτησαν πάνω από δέκα ώρες. Μετά τα χημικά οι επιθέσεις συνεχίστηκαν μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, μέχρι που αραίωσαν και άρχισε η αντεπίθεση της αστυνομίας.

Από τις επιθέσεις των συγκεντρωμένων τραυματίστηκαν δεκαεννέα αστυνομικοί εκ των οποίων δύο σοβαρά, κάηκε η είσοδος και μέρος από την πρόσοψη του αστυνομικού τμήματος, σπάστηκαν τζαμαρίες καταστημάτων που βρίσκονταν παράπλευρα του αστυνομικού τμήματος, ενώ καταστράφηκε και η τζαμαρία της τράπεζας Πίστεως.

Εκατοντάδες άτομα ελέγχθηκαν και κυνηγήθηκαν από την αστυνομία στους δρόμους και σε πολλές γειτονιές της πόλης. Πολλοί ήταν αυτοί που για μέρες κρύβονταν, ώστε να μην συλληφθούν. Το κυνηγητό κράτησε μέχρι το απόγευμα της επόμενης μέρας, οπότε και έγιναν τρεις συλλήψεις, εκ των οποίων η μια ύστερα από άγριο ανθρωποκυνηγητό στο κέντρο της πόλης με αποτέλεσμα το ξυλοκόπημα και τον τραυματισμό τού καταδιωκόμενου. Ο εν λόγω συλληφθείς εμφανίστηκε στο δικαστήριο με μώλωπες στο πρόσωπο και μπαταρισμένο το δεξί του πόδι εξ αιτίας διαστρέμματος που προκλήθηκε όταν οι αστυνομικοί του γύρισαν το πέλμα.

Τελικώς, πραγματοποιήθηκαν δέκα συλλήψεις. Από τους συλληφθέντες, οι επτά προφυλακίστηκαν με τις κατηγορίες της παράβασης του νόμου για εκρηκτικά σε βαθμό κακουργήματος, περιύβριση της αρχής, σωματικές βλάβες, διακεκριμένες περιπτώσεις φθοράς, κατά συρροή εμπρησμούς, απείθεια κατά της αρχής και παράβαση άρθρων του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας σε βαθμό πλημμελήματος.

Δύο ανήλικοι, 14 και 16 χρονών, καθώς και ένας ενήλικος, αφού τους απαγγέλθηκε κατηγορία για εξύβριση, αφέθηκαν ελεύθεροι και ορίστηκε τακτική δικάσιμος. Οι καταδικασθέντες οδηγήθηκαν στις φυλακές με τις νουθεσίες του ανακριτή Κ. Γκόρη ότι ελπίζει να μην διολισθήσουν περισσότερο στην φυλακή και μετά από την φυλάκιση να γίνουν καλοί και νομοταγείς άνθρωποι, χρήσιμοι στην κοινωνία.

Η εξέγερση του ’91 δεν ήταν υπόθεση μερικών δεκάδων ατόμων, δεν χρωματίστηκε πολιτικά και δεν ζητούσε καλύτερη αστυνόμευση. Ύστερα από εικοσιτέσσερα χρόνια αυτοί που έζησαν τις ημέρες εκείνες από το σπίτι τους, αλλά και αυτοί που κατέβηκαν στην πλατεία, έχουν να πουν μόνο για το δίκαιο ξέσπασμα όλων αυτών των νέων που συγκρούστηκαν με την αστυνομία. Αγνοούν ακόμα και σήμερα εάν ο Δημήτρης ήταν «παραβατικός» ή μη, σε αντίθεση με πολλούς ιστορικούς, δημοσιογράφους, ακόμα και συλλογικότητες που προτιμούν τέτοια γεγονότα να περνούν στην σκονισμένη λήθη της ιστορίας ως ανάξια να ασχοληθεί κάποιος. Η τραγική αφορμή αλλά και ο στόχος της εξέγερσης φαίνεται πως για πολλούς, επισκιάζεται από το ερώτημα για το εάν ένα μηχανάκι είναι κλεμμένο ή όχι. Όμως είναι ο ίδιος λόγος που κάνει κάποιους άλλους να εμπνέονται από τέτοιες ορφανές εξεγέρσεις, να τις αναζητούν, να μαθαίνουν από αυτές και να τις προβάλουν ως αναπόσπαστο ιστορικό κομμάτι της αμφισβήτησης της εξουσίας και της πορείας του ανθρώπου προς την ελευθερία.

Ελευθερόκοκκος

Πληροφορίες-Πηγές:

Οι πληροφορίες πάρθηκαν από ανθρώπους που συμμετείχαν και βρέθηκαν στα γεγονότα, από τις τοπικές εφημερίδες «Ελευθερία» και «Θάρρος», καθώς και από το βιβλίο Μαθητικές Κινητοποιήσεις 1990-1999, 10 Χρόνια Ντοκουμέντα, Μερος Α΄, Αναρχική Αρχειοθήκη, Αθήνα 2000.

Οι φωτογραφίες προέρχονται από την εφημερίδα «Ελευθερία» αριθμός φύλλου 2986, 26/09/1991.

Δημοσιεύθηκε στην ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, φ. 152, Σεπτέμβριος 2025

Πηγή: Anarchy Press

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2016

Καλαμάτα 13 Σεπτεμβρίου 1986.


Σε μια γειτονιά της πόλης μια παρέα μικρών παιδιών στοιχίζεται το ένα πίσω στο άλλο σχηματίζοντας φαντασιακά ένα τρένο. Μόλις τα βαγόνια  έδεσαν, το τρένο ήταν έτοιμο να ξεκινήσει.
Το πρώτο σφύριγμα που σήμανε την έναρξη του ταξιδιού καλύφτηκε από ένα βαθύ βουητό που ερχόταν από τα σπλάχνα της γης και αγκάλιαζε ολόκληρη την πόλη και τα γύρω βουνά της. Δευτερόλεπτα του βουητού η γη άρχισε να τρέμει και νέοι ήχοι άρχισαν να κάνουν την εμφάνιση τους. Το απρόσμενο σκηνικό γινόταν όλο και πιο τρομακτικό σε κάθε στιγμή της εξέλιξής του, με σπάσιμο τζαμιών, κεραμιδιών, ντουβαριών και ήχων από διάφορα αντικείμενα που έπεφταν στην τρεμάμενη γη.
Το τρένο σκόρπισε. Τα βαγόνια έτρεχαν στο σκοτάδι ουρλιάζοντας και κλαίγοντας μην ξέροντας γιατί συμβαίνουν όλα αυτά τα γεγονότα. Το τελευταίο βαγόνι έπεσε στο έδαφος καθώς η γιαγιά του το κράτησε από τον αστράγαλο, προστατεύοντας το έτσι από την άσκοπη και πανικοβλημένη κίνηση, σε ένα μέρος που διαλυόταν γύρω του.
Και όταν όλα τελείωσαν και αφού όλοι ακουμπούσαν την γη με τις παλάμες , λες και με αυτό τον τρόπο ήθελαν να την ησυχάσουν, για ένα δευτερόλεπτο σιωπή και σκόνη και μετά φωνές. Φωνές και έντονες κινήσεις.
Μετά από αυτό συγκεχυμένα γεγονότα. Οι αναμνήσεις μπερδεμένες. Πολλές συζητήσεις, πολλές ρωγμές, μια τηλεόραση σπασμένη, μια ανησυχία και μια αναγκαστική ξεκούραση κάτω από το θεραπευτικό αστρικό φως χωρίς μεσάζοντες, χωρίς ταβάνια και πατώματα. Την άλλη μέρα σκηνές, σπίτια γκρεμισμένα, ιστορίες για νεκρούς και θαύματα και πάλι ανησυχία. Όπως για μήνες ακόμα.
Το τρένο λοιπόν, δεν ξεκίνησε εκείνο το βράδυ. Τα βαγόνια σκόρπισαν, το καθένα με δική του πορεία τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με τα πιστεύω και τις επιρροές τους.
Το μοναχικό ταξίδι εκείνων των βαγονιών συνεχίζεται ακόμα, το καθένα με δική του ατμομηχανή.
                                                                                                                                                                   

Μέγεθος σεισμού: 6,2 ρίχτερ και μετά από δύο μέρες 5,6 που ισοπέδωσε ότι δεν μπόρεσε ο προηγούμενος.
Απολογισμός: 22 άνθρωποι νεκροί. 300 τραυματίες. 70% των κτηρίων ακατάλληλα. 
Ο πληθυσμός της Καλαμάτας μειώθηκε δραματικά αφού πολλοί κάτοικοι, εγκατέλειψαν την πόλη μένοντας σε γύρω χωριά και σε συγγενείς και φίλους από άλλες πόλεις. Πολλοί μιλάνε ότι για λίγες μέρες μετά τον σεισμό η πόλη είχε 3.000 κατοίκους.


Βίντεο από τον σεισμό με εικόνες του τότε: 1,2