Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

Για τον Χρόνη Μίσσιο.

Αν δεχτούμε ότι αυτό που λέμε ζωή δεν είναι να υπάρχεις σαν δέντρο, δηλαδή να υπάρχεις μονάχα βιολογικά - δεν ξέρω αν χρησιμοποιώ και σωστά τους όρους, αλλά καταλαβαίνεις τι θέλω να πω - δηλαδή αν τη ζωή μπορούμε να τη μετράμε απλώς με την παραγωγή κάποιων αγαθών και κάποιων υπηρεσιών και με το να καταναλώνουμε κάποια αγαθά και κάποιες υπηρεσίες, τότε πιστεύω πως η ζωή δε θα ΄ταν τίποτα άλλο, παρά μια απέραντη πλήξη. Νομίζω πως αυτό που ονομάζουμε ζωή μετριέται μονάχα με τα συναισθήματα που νιώθουμε σαν άνθρωποι, τις συγκινήσεις, τις πίκρες, τις χαρές, τις μικρές ευτυχίες, τις μικρές δυστυχίες, την επιβεβαίωση, τελικά, της ανθρώπινης ουσίας μας. Πόσες φορές στη ζωή σου ένιωσες έντονα συναισθήματα και συγκινήσεις, γιατρέ; Όταν πήρες το πτυχίο σου, όταν ερωτεύτηκες τη γυναίκα σου, όταν έκανες καριέρα, όταν γεννήθηκε η κορούλα σου... Γύρω από αυτά κλείνει ο κύκλος. Εγώ ,τα ίδια χρόνια, έζησα τόσα συμπυκνωμένα συναισθήματα, τόσο έντονα, που εσύ ούτε σε εκατό χρόνια της δικής σου ζωής δεν μπορείς να τα ζήσεις. Πόσες φορές έπαιξα με το θάνατο, όχι για παιχνίδι, γιατί τότε θα μπορούσα απλώς να κάνω ένα επικίνδυνο νούμερο στο τσίρκο, αλλά συνεπαρμένος από τους μύθους μου, από τα οράματά μου, από την αγάπη μου για τη ζωή, για τον άνθρωπο και τη λευτεριά του. Πόσες φορές τόλμησα, μετρήθηκα με φοβερούς μηχανισμούς, άλλοτε νικώντας, άλλοτε χάνοντας, αλλά πάντοτε νιώθοντας άνθρωπος και ποτέ αντικείμενο κάποιας μοίρας. Ακόμα, γιατρέ μου, σε σχέση με σένα είμαι πολύ νέος, και να σου πω γιατί; Πράγματα που για σένα θεωρούνται δεδομένα και τα περνάς αδιάφορα, για μένα είναι μικρές και μεγάλες ευτυχίες. Τα θαύματα του κόσμου, που λένε, η όρασή μου με εφήβεια έκπληξη τα ζει και με γεμίζει συναισθήματα. Είμαι βέβαιος πως ένας περίπατος τη νύχτα στους έρημους δρόμους της πόλης, είναι για σένα κάτι πολύ συνηθισμένο, αν όχι βαρετό. Ένας περίπατος στος δάσος, ο θόρυβος της θάλασσας, ένα όμορφο δέντρο, ένα λουλούδι, το κρασί, ο έρωτας... Η επαφή σου με τα πράγματα είναι τυπική, δεν τα πλουτίζεις, δε σε πλουτίζουν, τα ξεπερνάς, δεν τα ζεις. Για μένα, κάθε πρωινό είναι μια έκπληξη, κάθε δειλινό μια νοσταλγία, κάθε νύχτα ένα μεγάλο μυστήριο, ένα ποτήρι κρασί, ένα φιλί. Αλήθεια, ποιες είναι οι επιθυμίες σου, γιατρέ; Είσαι "πετυχημένος", ο,τι επιθυμείς το έχεις, είσαι κορεσμένος άρα γέρος, γιατί ταυτόχρονα δεν μπορείς να τα ξεφορτωθείς όλ΄ αυτά. Είσαι ταξινομημένος, δεν μπορείς να πετάξεις, να μπεις στον δρόμο των συναισθημάτων, της φαντασίας , του ονείρου, της επιθυμίας, μιας νέας επαφής σου με τα πράγματα και τους ανθρώπους. Κοίτα, ψάξε λίγο, ο δρόμος σου είναι ο δρόμος που μετατρέπει τον άνθρωπο σε αντικείμαενο με βιολογικές ανάγκες... Μη με λυπάσαι, σε παρακαλώ, εγώ θα είμαι πάντα με τις μειοψηφίες, έκθετος πάντα, ποτέ ένθετος. Δε θύμωσε, δεν μου είπε ότι λέω μαλακίες. Μ΄ αγκάλιασε, μου είπε πως είμαστε περίεργοι άνθρωποι αλλά ωραίοι. Με φιλήσε, μου έβαλε και δέκα χιλιάρικα στην τσέπη -μεγάλο ποσό για εκείνη την εποχή- και έφυγα. Το ξέρω πως είπα μεγάλα λόγια γιατί, παρ΄ όλα αυτά, είμαι ένθετος, τοποθετημένος και ταξινομημένος σε άλλους μηχανισμούς, σε μιαν άλλη λογική, σε μιαν άλλη τάξη πραγμάτων.

Απόσπασμα από το ''Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς''

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2012

Μια μωβ σκιά


Το 1973 χρόνια ήταν 350 πράκτορες της ΚΥΠ στο Πολυτεχνείο, το 1985 και το 1995 κωλόπαιδα που δεν μαζεύονται σπίτια τους και σήμερα είναι προβοκάτορες και ασφαλίτες κουκουλοφόροι. Πάντα οι εξεγερμένοι θα προκαλούν και θα δυσφημούνται γιατί όταν ο άνθρωπος ξεκαλουπωθεί γίνεται επικίνδυνος σε αυτούς που του στερούν την ελευθερία. Κάτι παρόμοιο υπογράμμιζε στο κείμενό του ο Χατζιδάκις στο μακρινό 1986. Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ''Το Τέταρτο'' τον Μάιο του 1986.



Μια μωβ σκιά Μαϊου ξάπλωσε στον τόπο. Οσα συνέβησαν στα Εξάρχεια και στη Νομική Σχολή. Και στην οδό Σκουφά και Σόλωνος, Μαυρομιχάλη και Ιπποκράτους. Ενόχλησας τους Ελληνες πολίτες κι αγανάκτησαν τον Τύπο ολόκληρο. Γιατί δεν τους εξολοθρεύουν και δεν τους σπάνε το κεφάλι. Γιατί δεν ρίχνουν δακρυγόνα. Και η Σύγκλητος και οι φοιτητές όλων των παρατάξεων,όλοι αγανακτισμένοι με τα τριάντα - εκατό παιδιά που δεν το βάζουν κάτω,δεν εννοούνε να παραδεχτούν πως η όποια ελευθερία ανήκει μόνο στους αστυνομικούς και τους ηλικιωμένους.Που δεν μπορούν ν΄αντιληφθούν γιατί καταδιώκονται αδιάκοπα, προπηλακίζονται ατελείωτα και συνεχώς υποχρεούνται να δέχονται εξευτελισμούς. Κι ο προπηλακισμός αρχίζει από τον δάσκαλο, τον επιστάτη του σχολείου, από τον οδηγό και τον εισπράκτορα του λεωφορείου, απ' τον καθηγητή και τον δημόσιο λειτουργό ως τον δημόσιο υπάλληλο, από τους αξιωματικούς κι εκπαιδευτές στο κέντρο κατατάξεως ως τον τυχαίο μοτοσυκλετιστή της τροχαίας που θα του ζητήσει άδειες, ταυτότητες και πιστοποιητικά. Ως τον γιατρό του νοσοκομείου που θα τον πάνε σηκωτό, ύστερα από τη γροθιά του οργάνου της τάξεως. Και το γνωρίζουμε πολύ καλά.
Εξύβριση αρχής - (έτσι ονομάζεται η απαίτηση εξηγήσεων).Χειροδικία κατά της αρχής - (έτσι είθισται ν΄αποκαλείται η ενστικτώδης κίνηση του αμυνόμενου νέου). Και η ιστορία δεν έχει τέλος. Η ανωνυμία και η εισαγγελική αρχή θα του προσφέρει ή μια τραυματική αγανάκτηση ισόβια ή τον επιζητούμενο από την πολιτεία ευνουχισμό του. Αυτή είναι μια καθημερινή πραγματικότητα και δυστυχώς γνησίως ελληνική τα πρόσφατα και τελευταία σαράντα χρόνια - όσα είχα δηλαδή την ευτυχία να ζήσω σαν επώνυμος πολίτης εις τούτον τον ένδοξον κατά τα άλλα τόπον μας.
Μια μοβ σκιά Μαϊου σκέπασε την Αθήνα. Κι όμως δεν βρέθηκε ένας δημοσιογράφος, μία εφημερίδα ν΄αγανακτήσει και να διαμαρτυρηθεί, να καταγγείλει την αλήθεια γι΄αυτό το τρίγωνο του αίσχους. Σκουφά,Μαυρομματαίων και Ιπποκράτους. Κι άρχισε μια σκόπιμη, ύποπτη κι έντεχνη σύγχυση τριών ασχέτων μεταξύ των περιπτώσεων. Οι νεαροί των Εξαρχείων να παρουσιάζονται ίδιοι με τους αλήτες των γηπέδων, τους επονομαζόμενους χούλιγκανς, κι επιπλέον να καλλιεργείται η εντύπωση στην κοινή γνώμη με στήλες ολόκληρες των θλιβερών εφημερίδων μας, ότι οι νέοι αυτοί, οι α ν α ρ χ ι κ ο ι, είναι οι βομβιστές και ίσως οι πιθανοί δράστες των δολοφονιών ή εμπρησμών. Και φυσικά, όταν με το καλό τελειώσει η δίωξη των εκατό, σαράντα ή είκοσι παιδιών και η όλη επιχείρηση στεφθεί μ΄ «επιτυχία», να πάρει τις διαστάσεις ενός πραγματικού θριάμβου... κατά του εγκλήματος. Την ίδια ώρα που δολοφονούνται εκδότες και οι δολοφόνοι δεν ανευρίσκονται. Δολοφονούνται πολίτες και οι δολοφόνοι δεν αποκαλύπτονται. Πεθαίνουν νέοι από ξυλοδαρμούς και οι δράστες κυκλοφορούν ανενόχλητοι και, τέλος, δεν... ανακαλύπτονται.
Την ίδια ώρα η πολιτεία αγανακτεί διότι υπάρχουν μερικά ζωντανά της κύτταρα που αντιδρούν άτεχνα,ανοργάνωτα,ίσως με αφέλεια,σ΄όλην αυτή την οργανωμένη κρατική ασχήμια, αντί να βλογάμε τον Θεό που βρίσκονται ακόμη μερικοί που δεν συνήθισαν στην «παρουσία του τέρατος», έστω, κι αν είναι ολίγοι, διακόσιοι, χίλιοι, εκατό, που προσπαθούν να ζήσουν, τουλάχιστον εκείνοι μόνοι, έτσι όπως τα ορίζει η φύση τους και όχι η κερδισμένη δια παγκοσμίου πολέμου επίσημη δουλεία.
(...) Κορίτσια κι αγόρια με γυαλιά, έτσι καθώς κοιτάτε με απορία κι αγανάκτηση για ό,τι συμβαίνει γύρω σας, είμαι μαζί σας. Και σας αγαπώ.



Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012

Η ολοκληρωτική επικράτηση του Βλάκα.

(Ένα παλιό κείμενο λίγων εβδομάδων πριν που τώρα έπεσε στην αντίληψη μου.)

Γίναμε επιτέλους Ιράν. Το όνειρο του κάθε φασίστα αποκτάει σάρκα και οστά. Αναρίθμητες οι φορές που διάβασα στα “πατριωτικά” μπλογκς, για το τι γίνεται στο Ιράν με τα ανθρώπινα δικαιώματα και πόσο χρήσιμο θα ήταν  ένα τέτοιο καθεστώς να “στρώσει χαρακτήρα” στην ντόπια θολοκουλτούρα.
“Άντε γιατί η πολύ δημοκρατία δεν είναι καλό πράγμα”,σκούζουν οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της σβάστικας.
Ο πολιτικοποιημένος φασίστας είναι η μια πλευρά του σημερινού ζητήματος. Η άλλη, η οποία δυστυχώς φαίνεται να υπερτερεί σε αριθμούς ,είναι ο αποπολιτικοποιημένος βλάκας: το υπέρτατο πολιτικό ζώον. Επειδή ηγεμονεύει η κουλτούρα του κομφορμισμού σε ολόκληρη τη δημόσια σφαίρα, αντιστοίχως και η άπειρη βλακεία κάνει πάρτι σε όλα τα μήκη και πλάτη της ελληνικής επικράτειας.Το θέμα με την βλάσφημη σάτιρα στο γέροντα Παίσιο ,εγείρει σοβαρά ερωτηματικά για το αν η κοινωνία είναι πλέον ικανή να αφήσει πίσω της τους βλάκες ,ή αν οι βλάκες κυριαρχήσουν ολοκληρωτικά σε αυτήν.
Το μεγαλύτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός βλάκα είναι η αδυναμία στοιχειοθέτησης δίκης του άποψης επί κάποιου επίκαιρου θέματος. Όταν οι κονσερβοποιημένες απαντήσεις τελειώσουν, αρχίζει η επίκληση των “ειδικών επί του θέματος” ,τι λέει η μαμά ,τι λέει το κράτος,τι λέει η γειτονιά. Για παράδειγμα στο συγκεκριμένο θέμα επικαλέστηκαν ό,τι επικαλέστηκε και το επίσημο κράτος ,δηλαδή,τον προ χούντας νόμο περί βλασφημίας. Όταν οι κώλοι σφίξουν, θα ανατρέξουν στις “επιστημονικές” μελέτες των πατέρων της εκκλησίας.
Ο βλάκας ο,τι διδάχτηκε μικρός δεν μπήκε ποτέ στον κόπο να ψάξει αν ήταν αλήθεια, ή απλά ένα ακόμα ψέμα ανάμεσα στα τόσα. Η έννοια της διαλεκτικής είναι κάτι σαν κόκκινο πανί ,σε αντίθεση με την οποιαδήποτε “εκ ουρανού” δοσμένη σταθερά (είτε αφορά την οργάνωση της κοινωνίας ,είτε την πολιτική ,είτε την θρησκεία) την οποία και καταπίνει αμάσητη.
Βαφτίζει την αμφισβήτηση “διατάραξη της ειρήνης” και προτείνει ως απάντηση την περισσότερη αστυνόμευση. Το κράτος για τον κάθε βλάκα είναι “δικό μας”, όταν προβαίνει σε ενέργειες σύμφωνες με τον ίδιο και ξένο, όταν δεν βολεύει το φαντασιακό του ή την τσέπη του. Οι αμέτρητες αναφορές του βλάκα για τον ρόλο του κράτους,είναι αντίστοιχες με τις αμέτρητες παλινδρομήσεις του εμβόλου μέσα σε έναν κινητήρα εσωτερικής καύσης. Πότε πάνω, πότε κάτω αναλόγως την επικαιρότητα,έτσι κινούνται και οι ιδέες μέσα στο ξερό του το κεφάλι.
Ο βλάκας ποτέ δεν θα μπορέσει να δει τον εαυτό ως θύμα γιατί νομίζει ότι είναι υπερβολικά έξυπνος για να πιαστεί κορόιδο. Του έμαθαν ότι είναι ο ένας και μοναδικός αρχιδάτος γαμιάς που θα ξεσκιστεί στην επιτυχία και τις γκόμενες όταν θα μεγαλώσει. Αν προσπαθήσει πολύ ,μπορεί να έρθει η μέρα να κυκλοφορήσει και αυτός με την προκλητική ξανθιά του περιοδικού. Τώρα με την κρίση, άρχισε να ζορίζεται, αλλά ποτέ μα ποτέ δε θα προδώσει την βλακεία που τον δέρνει σε καθημερινή βάση. Τον ενδιαφέρει πρωτίστως να γίνει άριστος στη δουλειά του,γιαυτό και τα ανώτερα ιδρύματα έχουν γεμίσει με φιλόδοξους βλάκες χρήσιμους για το μελλοντικό εργοδότη, αλλά απολύτως άχρηστους για την υπόλοιπη κοινωνία.
Ο βλάκας είναι παντού και ενσαρκώνει κάθε ρόλο. Ξεσηκώνει εικόνες από την τηλεόραση και τις διαφημίσεις. Στα γήπεδα φοράει οπαδικά κασκόλ και φανατίζεται αβέρτα. Στο δρόμο κυκλοφορεί γράφοντας όλους τους υπόλοιπους κανονικά(εδώ η διθυραμβική επίκληση της νομιμότητας για τον γέροντα ,τρώει απανωτά χαστούκια μέχρι να ψοφήσει). Βάζει θορυβώδεις εξατμίσεις στο παπί, και κάποτε ξόδεψε δέκα χιλιάδες ευρώ για να βελτιώσει ένα σαράβαλο των πέντε. Στο στρατό θα γίνει ο καλύτερος ρουφιάνος και θα γελάει ασταμάτητα με τα πάθη των άλλων. Στα μπουζούκια θα ξοδέψει ένα σκασμό λεφτά στα λουλούδια, και άμα λάχει θα κάνει χοντρό τσαμπουκά επειδή κάποιος στραβοκοίταξε το ξέκωλο που συνοδεύει. Μπροστά στην κάλπη θα συνεχίσει περήφανος την οικογενειακή παράδοση της κληρονομικής ψήφου, εκπληρώνοντας στο ακέραιο το καθήκον του προς τη ολιγαρχία.
Δεν υπάρχει ούτε μια περίπτωση στο εκατομμύριο να ανοίξει ένα βιβλίο να μάθει την πραγματική ιστορία ,γιατί τον δίδαξαν πως κάποτε τριγυρνούσαν στην Ελλάδα κάτι γενειοφόροι φιλόσοφοι όταν οι άλλοι ήταν επάνω στα δέντρα.Μετά ήρθε το πολιτιστικό βυζάντιο και ο χριστιανισμός και γίνανε μια όμορφη οικογενειακή ατμόσφαιρα,μέχρι να καταφθάσουν οι κακοί Τούρκοι και χαλάσουν αυτή την ατμοσφαίρα.
Ο βλάκας επικαλείται συνεχώς τα “κόκαλα των ηρώων τα ιερά” και την ιστορία των πεθαμένων, γιατί είναι εντελώς ανίκανος να φτιάξει την δική του. Αυτό είναι και το πιο επικίνδυνο γνώρισμα του κάθε βλάκα:Σήμερα που η πολιτική άρχισε να τρυπώνει μέσα από τις χαραμάδες της προς κατάσχεση ατομικής ιδιοκτησίας,ο βλάκας ψάχνει την στέγη στην κρατική σημαία και τα χριστιανικά λάβαρα.
Μισό λεπτό. Τώρα περιγράφω ένα βλάκα,ένα βλάκα φασίστα ή και τα δύο;
Οι κοινωνιολόγοι του μέλλοντος θα τα βρουν σκούρα στο να συντάξουν μια μελέτη της προκοπής σχετική με το μοναδικό ελληνικό φαινόμενο του ιδεολογικού αχταρμά. Οι διαχωριστικές γραμμές δεν αντέχουν και εξαφανίζονται κάτω από το βάρος της κρίσης. Αντί να αναδυθεί ο πολιτισμός,καταδύεται βαθύτερα. Όλα τείνουν προς τα κάπου και όλα φαίνονται σχετικά. Λίγη πατρίδα ,λίγη θρησκεία και οικογένεια,λίγος Μαρξ,λίγος Ντεκάρτ,λίγος Αριστοτέλης,λίγος Μεταξάς,λίγος αντισημιτισμός,λίγες κακές τράπεζες,λίγος Κωστόπουλος,λίγοι προδότες πολιτικοί,μπόλικος ρατσισμός και άντε μετά να καταλάβει ο μελλοντικός ιστορικός, τι στο καλό πήγε στραβά.
Ο βλάκας για να μη τα κάνω όλα ίσιωμα ,δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό φρούτο. Στην αυτοκρατορία των ΗΠΑ ,πολλά εκατομμύρια βλάκες ετοιμάζονται σε λίγες ήμερες να ανεβάσουν στην εξουσία έναν ακόμη γραβατωμένο απόγονο του Αδόλφου Χίτλερ , φιλικό στα χάμπουργκερ και λάτρη των σκυλιών.

Παρμένο από εδώ: http://noumero11888.wordpress.com/2012/09/25/%CE%B7-%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%BA%CE%BB%CE%B7%CF%81%CF%89%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B5%CF%80%CE%B9%CE%BA%CF%81%CE%AC%CF%84%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B2%CE%BB%CE%AC%CE%BA%CE%B1/

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Μίμαρος (Δημήτρης Σαρδούνης). Ο ριζοσπάστης καραγκιοζοπαίχτης

Θεμελιωτής του ελλαδικού Καραγκιόζη



Ο Δημήτρης Σαρδούνης μπορεί να μην μας θυμίζει κάτι σαν όνομα αλλά υπήρξε ο θεμελιωτής και αναμορφωτής του θεάτρου σκιών στον ελλαδικό χώρο. Γεννήθηκε το 1865 στην Πάτρα και υπήρξε νόθος γιος της Μαρίας Γρίππα που προερχόταν από ''καλή'' οικογένεια. Έζησε μέχρι το 1876 στο Μεσολόγγι όπου πεθαίνει ο πατριός του και γυρίζει με την μητέρα του στην Πάτρα. Τελειώνει το σχολαρχείο και σπουδάζει βυζαντινή μουσική και από το 1882 έως το 1888 ασκεί το επάγγελμα του ψάλτη στην εκκλησία του Άγιου Αντρέα μέχρι που αποφασίζει να ασχοληθεί επαγγελματικά με το θέατρο σκιών εγκαταλείποντας την ψαλτική. Ταξιδεύει αρκετά στην δυτική Πελοπόννησο και στην Αθήνα δίνοντας παραστάσεις και αποκτώντας μεγάλη φήμη. Η ενασχόληση του  με το θέατρο σκιών υπήρξε καθοριστική για την μετέπειτα διαμόρφωσή αυτού του είδους τέχνης στον ελλαδικό χώρο. Ο Σαρδούνης, που πλέον βαφτίζεται από το κοινό του Μίμαρος, μακραίνει το ένα από τα χέρια του καραγκιόζη και του βάζει καμπούρα. Κατασκευάζει τις φιγούρες του από χαρτόνι, σχεδιάζει και καθιερώνει την γνωστή σε όλους μας σκηνογραφία με την καλύβα του Καραγκιόζη και το σεράι του Βεζίρη σύμβολο της φτώχειας από την μια και του πλούτου από την άλλη. Διανθίζει τα έργα του με μια σπάνια μουσική διάλεκτο. Μεγαλώνει την σκηνή από 2 σε 4 μέτρα και πολλές φορές την διανθίζει με επιπλέον σκηνικά εμπνευσμένα από την φύση. Επίσης κατασκευάζει τους χαρακτήρες του ''σιορ Διονύσιου'', του ''Μπαρμπαγιώργη'', του '' Μορφονιού'' και διαφοροποίησε τον Δερβέναγα, που θύμιζε έντονα τον Αλή Πασά των Ιωαννίνων, στον πιο ανθρώπινο Βελή Γκέκα, που μοιάζει με τυφλό όργανο της εξουσίας. Τέλος ο Μίμαρος θεωρείται ο καλλιτέχνης που εξέλιξε την θεματολογία του θεάτρου σκιών εντάσσοντας του θέματα από την αρχαία Ελλάδα, την επανάσταση του 1821 καθώς και την κοινωνική ζωή της εποχής.

Οι φιλοαναρχικές πεποιθήσεις του Μίμαρου



Στα τέλη του 19ου αιώνα  η Πάτρα  λόγω του λιμανιού της βουίζει από κόσμο και ιδέες, την εποχή εκείνη είχε σοβαρή εμπορική και βιοτεχνική ανάπτυξη, παρουσιάζοντας ταυτόχρονα και αλματώδη αύξηση του πληθυσμού της, με ποσοστά αύξησης της τάξης άνω του 52% μεταξύ των ετών 1853 και 1889 και άνω του 54% μεταξύ των ετών 1900 και 1920. Άνθρωποι από την Ήπειρο, τη Ρούμελη, τα Επτάνησα, την ενδοχώρα της Αχαϊας κλπ, στη συντριπτική τους πλειοψηφία αποτέλεσαν τις χαμηλότερες βαθμίδες της κοινωνικής και μορφωτικής πυραμίδας και διατήρησαν πολλές από τις συνήθειες, συμπεριφορές και αντιλήψεις που κουβαλούσαν από τους τόπους καταγωγής τους. Έτσι, αποτέλεσαν ένα ιδιόμορφο περιθωριακό κόσμο με τη δική του παράδοση, που βρήκε την έκφρασή του στον μπερντέ του Μίμαρου. Εκτός από τους Έλληνες οικονομικούς μετοίκους υπήρχαν και πολλοί Ιταλοί και άλλοι Ευρωπαίοι που έμεναν ή πηγαινοέρχονταν με τα καράβια στην πόλη. Μέσα σε αυτό το κλίμα αναπτύσσονται διάφορα ριζοσπαστικά κινήματα και ιδέες όπως αυτή της αναρχίας. Αποτέλεσμα αυτής της ιδεολογικής ανάπτυξης ήταν η δημιουργία αρκετών συλλόγων, συνδικάτων και εφημερίδων που όμως αντιμετώπισαν βίαιη καταστολή από το κράτος. Ο Μίμαρος είχε φυλακιστεί αρκετές φορές λόγω των φιλοαναρχικών ιδεών του και των φιλικών σχέσεων που διατηρούσε με κάποιους αναρχικούς όπως τον Δημήτρη Μάτσαλη. Ο Μάτσαλης τον καιρό της σταφιδικής κρίσης, σκοτώνει τον τραπεζίτη Διονύσιο Φραγκόπουλο και τραυματίζει σοβαρά τον μεγαλέμπορο Ανδρέα Κόλλα, στο κέντρο της πόλης στην συμβολή των οδών Γεροκοστοπούλου και Ρήγα Φεραίου και συλλαμβάνεται αμέσως. Ο Μάτσαλης βρέθηκε νεκρός τρεις μέρες μετά στο κελί του διαμελισμένος από καψούλι δυναμίτιδος. Η επίσημη εκδοχή ήταν ότι αυτοκτόνησε. Το θέατρο σκιών εκείνη την εποχή αντιμετώπιζε πολεμική κριτική λόγω της ανατολικής του προέλευσής. Ήταν η εποχή που η Ελλάδα έπρεπε να εξευρωπαϊστεί (ακόμα και σήμερα συνεχίζεται αυτή η ιστορία σε διάφορους τομείς) με αποτέλεσμα να πολεμηθούν αρκετά είδη τέχνης όπως ο αμανές, το θέατρο σκιών και λίγο αργότερα το ρεμπέτικο. Έτσι λοιπόν στοχοποιήθηκε από τον αστυνομικό διευθυντή της Πάτρας Στυμφαλιάδη αφού εκτός του ανατολίτικου χαρακτήρα της τέχνης του Μίμαρου στο κοινό του συμπεριλαμβάνονταν και κόσμος που θεωρούταν περιθωριακός . Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι ο Στυμφαλιάδης στις επίσημες διακηρύξεις του τόνιζε ότι στην Πάτρα δεν έχουν θέση οι μάγκες, οι χασικλήδες, οι αμανετζήδες, οι κακοποιοί και οι καραγκιοζοπαίχτες. Όταν ο Μίμαρος δέχθηκε πρόταση από τον Στυμφαλιάδη να γίνει πληροφοριοδότης της ασφάλειας αρνήθηκε. Αυτό φαίνεται ότι το πλήρωσε αρκετά στην μετέπειτα πορεία του αφού φυλακίστηκε αρκετές φορές για ασήμαντες αφορμές.
Η φιγούρα του Καραγκιόζη του Μίμαρου
Ο Μίμαρος δημιούργησε την δική του «σχολή» και 27 μαθητές του αναδείχτηκαν σε μεγάλους καραγκιοζοπαίχτες όπως οι: Βασίλης Αγαπητός, Δημήτρης Μπέκος, Θεόδωρος Θεοδωρέλλος ή Μπουτσαντρέας, Θανάσης Δεδούσαρος, Ανδρέας Βουτσινάς, Βασίλης ή Βασίλαρος, Διονύσιος Πάτρας, Κώστας Καράμπαλης κ.ά., οι οποίοι με τη σειρά τους έβγαλαν νέους Καραγκιοζοπαίκτες, όπως για παράδειγμα ο μέγας Σωτήρης Σπαθάρης, πατέρας του Ευγένιου, που είχε μαθητεύσει στον Θεοδωρέλλο. Ο Μίμαρος ήταν ο πρώτος επαγγελματίας του είδους. Πέθανε πάμφτωχος το 1917 σε ηλικία 52 χρόνων από πνευμονία και τα τελευταία χρόνια της ζωής του είχε εθιστεί στο αλκοόλ. Η ζωή του λόγω των λιγοστών στοιχείων, της συνεισφοράς του, και των φιλοαναρχικών και ριζοσπαστικών πεποιθήσεων του περιβάλλεται από το μύθο.



Οι πληροφορίες πάρθηκαν από:
Εφημερίδα ''Άπατρις''
Βασίλης Χριστόπουλος,'' Στο φως της Ασετυλίνης'', εκδόσεις Κέδρος 2002




Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

Θα “ρθει καιρός



Θα “ρθει καιρός
που θ” αλλάξουν τα πράγματα.
Να το θυμάσαι Μαρία.
Θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα
εκείνο το παιχνίδι που τρέχαμε
κρατώντας τη σκυτάλη;

Μη βλέπεις εμένα μην κλαις.
Εσύ είσαι η ελπίδα.
Άκου, θα “ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
δεν θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απ” έξω
και τη δουλειά θα τη διαλέγουμε
δε θα “μαστε άλογα
να μας κοιτάνε στα δόντια.

Οι άνθρωποι, σκέψου,
θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες
να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές :
απροσάρμοστοι, καταπίεση,
μοναξιά, τιμή, κέρδος, εξευτελισμός
για το μάθημα της Ιστορίας.

Είναι Μαρία, δε θέλω να λέω ψέματα,
δύσκολοι καιροί και θα” ρθουνε κι άλλοι
δε ξέρω, μην περιμένεις κι από μένα πολλά
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ” όσα διάβασα ένα κράτησα καλά
Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος
Θα την αλλάξουμε τη ζωή
παρ” όλα αυτά Μαρία..
 Κατερίνα Γώγου